ΥΓΕΙΑ

Το ελαιόλαδο και η επίδρασή του στον μεταβολισμό των λιπιδίων

Η δυσλιπιδαιμία ως παράγων κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα
Πολλές επιδημιολογικές μελέτες, όπως η Seven Countries Study (Μελέτη Επτά Χωρών), η Μελέτη Framingham και η Μελέτη PROCAM, έχουν δείξει ότι αυξημένες συγκεντρώσεις στον ορό ολικής χοληστερόλης και χοληστερόλης που περιέχεται σε χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνες (LDL), αποτελούν σημαντικούς παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη στεφανιαίας καρδιοπάθειας (CHD) (1-4). Αυτό ισχύει ακόμη και για πολύ νεαρά άτομα, στα οποία η ανάπτυξη πρώιμων αθηρωματικών πλακών έχει αναφερθεί πρόσφατα ότι σχετίζεται με υψηλά επίπεδα χοληστερόλης σε λιποπρωτεΐνες πολύ χαμηλής πυκνότητας (VLDL), σε λιποπρωτεΐνες ενδιάμεσης πυκνότητας (IDL) και σε λιποπρωτεΐνες χαμηλής πυκνότητας (LDL) (5). Ανάλυση τριών μελετών που διεξήχθησαν σε μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες των Η.Π.Α., στις οποίες συμμετείχαν συνολικά περισσότεροι από 80,000 άνδρες ηλικίας μεταξύ 18 και 39 ετών, έδειξε ότι τα άτομα με ευνοϊκά επίπεδα χοληστερόλης στον ορό είχαν αναμενόμενη διάρκεια ζωής μεγαλύτερη κατά 3,8 έως 8,7 έτη (6). Επιπλέον, η μείωση των επιπέδων ολικής και LDL-χοληστερόλης έχει αναφερθεί κατ’ επανάληψη και με σταθερά αποτελέσματα ότι μειώνει τον κίνδυνο στεφανιαίων περιστατικών σε πρωτογενή (7, 8) και δευτερογενή πρόληψη (9-11). Πρόσφατα, η ανάλυση 5 μελετών που διεξήχθησαν σε μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες αποκάλυψε ότι τα άτομα εκείνα που έχουν χαμηλά επίπεδα χοληστερόλης στον ορό, χαμηλή ή κανονική πίεση αίματος και τα οποία δεν καπνίζουν, έχουν πολύ χαμηλό κίνδυνο ανάπτυξης στεφανιαίας νόσου και αναμενόμενη διάρκεια ζωής μεγαλύτερη κατά 5,8 έως 9,5 έτη σε σύγκριση με τον υπόλοιπο πληθυσμό (12).

Αντίθετα, πολλές επιδημιολογικές μελέτες έδειξαν ότι οι συγκεντρώσεις HDL-χοληστερόλης στον ορό είναι αντιστρόφως ανάλογες με τον κίνδυνο στεφανιαίας καρδιοπάθειας, υποδηλώνοντας ότι η λιποπρωτεΐνη υψηλής πυκνότητας έχει αντι-αθηρωματογόνες ιδιότητες (ανασκόπηση στις αναφορές (13-15)).

Εκτός από τα υψηλά επίπεδα LDL-χοληστερόλης και τα χαμηλά επίπεδα HDL-χοληστερόλης, άλλος ένας συνήθης παράγοντας διαταραχής του μεταβολισμού των λιπιδίων είναι η υψηλή συγκέντρωση τριγλυκεριδίων στον ορό. Για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν ασαφές κατά πόσον τα αυξημένα τριγλυκερίδια στον ορό αποτελούν ένα ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για στεφανιαία καρδιοπάθεια. Μια πρόσφατη μετα-ανάλυση όλων των διαθέσιμων επιδημιολογικών δεδομένων έδειξε ότι μια αύξηση στα τριγλυκερίδια του ορού αυξάνει τον κίνδυνο για στεφανιαία καρδιοπάθεια ακόμα και αν ληφθούν υπόψη όλοι οι άλλοι γνωστοί παράγοντες κινδύνου (16, 17). Υπολογίστηκε ότι για κάθε αύξηση στα τριγλυκερίδια του ορού κατά 1mmol/l (89 mg/dl) ο κίνδυνος καρδιαγγειακών νοσημάτων αυξάνεται κατά 31% στους άνδρες και κατά 76% στις γυναίκες (17).

Επίδραση του λίπους που προσλαμβάνεται από τη διατροφή στη συγκέντρωση των λιπιδίων του ορού
Έρευνα δεκαετιών έχει δείξει με σαφήνεια ότι η διατροφή ασκεί ισχυρή επίδραση στα επίπεδα λιπιδίων και λιποπρωτεϊνών του ορού. Συνεπώς, η διατροφή είναι ο ακρογωνιαίος λίθος τόσο για την πρόληψη όσο και για τη θεραπεία της δυσλιπιδαιμίας και της CHD.

Για πολλά χρόνια, δεν δινόταν ιδιαίτερη σημασία στα μονοακόρεστα λιπαρά οξέα (ΜΑΛΟ). Ωστόσο, πρόσφατα έχει συσσωρευτεί μεγάλος όγκος στοιχείων που υποδεικνύουν ότι τα ΜΑΛΟ ίσως έχουν μερικά πλεονεκτήματα έναντι των υδατανθράκων και των πολυακόρεστων λιπαρών οξέων (ΠΑΛΟ) ως υποκατάστατο για τα κορεσμένα λιπαρά οξέα (ΚΛΟ) στη Δυτική διατροφή.

Το κύριο ΜΑΛΟ στη διατροφή είναι το ελαϊκό οξύ (C18:1, n-9). Το ελαϊκό οξύ είναι το κυρίαρχο λιπαρό οξύ του ελαιόλαδου. Εξαιτίας των εντυπωσιακών αναφορών ότι η λεγόμενη τυπική Μεσογειακή Διατροφή, η οποία είναι πλούσια σε ελαιόλαδο, συνοδεύεται από πολύ χαμηλό κίνδυνο καρδιαγγειακών νοσημάτων (19), το επιστημονικό ενδιαφέρον έχει στραφεί πρόσφατα προς αυτή την κατηγορία λιπαρών οξέων. Στην περιοχή της Μεσογείου, τα ΜΑΛΟ παρέχουν συνήθως περισσότερο από 15% της ενέργειας και αυτά προέρχονται κυρίως από το ελαιόλαδο.

Συγκρινόμενα με τα ΚΛΟ, τα ΜΑΛΟ της διατροφής μειώνουν την ολική και την LDL-χοληστερόλη του ορού, ενώ η συγκέντρωση της HDL-χοληστερόλης του ορού σχεδόν δεν επηρεάζεται (ανασκόπηση στα (20-22)). Κατά συνέπεια, η αναλογία LDL-χοληστερόλη/HDL-χοληστερόλη είναι μικρότερη σε διατροφή πλούσια σε ΜΑΛΟ παρά σε διατροφή πλούσια σε ΚΛΟ.

Τα ΜΑΛΟ από καιρό θεωρούνταν λιγότερο ωφέλιμα από τα ΠΑΛΟ όσον αφορά τα λιπίδια του ορού, διότι η αντικατάσταση των ΚΛΟ της διατροφής με ΠΑΛΟ επιφέρει πιο σημαντική μείωση της συγκέντρωσης LDL-χοληστερόλης του ορού από ότι η αντικατάσταση των ΚΛΟ με ΜΑΛΟ. Ωστόσο σήμερα, πολυάριθμες μελέτες έχουν δείξει πως όταν τα ΚΛΟ στη διατροφή αντικατασταθούν από ΠΑΛΟ, δεν μειώνονται μόνο τα επίπεδα LDL-χοληστερόλης, αλλά και τα επίπεδα HDL-χοληστερόλης. Αυτή η μείωση στην HDL-χοληστερόλη δεν συμβαίνει στην ίδια έκταση από τα ΜΑΛΟ της διατροφής. Έτσι η συνολική επίδραση των ΜΑΛΟ και των ΠΑΛΟ στην αναλογία LDL-χοληστερόλη/HDL-χοληστερόλη θεωρείται γενικά παρόμοια (21): και τα δύο έχουν ευεργετικά αποτελέσματα ως προς το λιπιδικό προφίλ του ορού συγκρινόμενα με τα ΚΛΟ της διατροφής.

Αυτά τα ευρήματα είχαν μεγάλη επίδραση στις τρέχουσες συστάσεις για τη διατροφή. Το πιο εντυπωσιακό κοινό χαρακτηριστικό ανάμεσα σε αυτές είναι ότι όλες οι οδηγίες συνιστούν έντονα τον περιορισμό της πρόσληψης ΚΛΟ στο 10% της προσλαμβανόμενης ενέργειας (18;23;24). Επιπλέον, αυτές οι οδηγίες συνιστούν επίσης τον περιορισμό της πρόσληψης ΠΑΛΟ στο 10% της συνολικής ενέργειας που προσλαμβάνεται, κυρίως διότι τα ΠΑΛΟ έχει κατ’ επανάληψη δειχθεί ότι ενισχύουν την ευαισθησία διαφόρων λιπιδικών διαμερισμάτων του σώματος σε οξειδωτικές διαδικασίες (βλ. ξεχωριστό Φύλλο Πληροφοριών Ελαιόλαδο, μονοακόρεστα λιπαρά οξέα, αντιοξειδωτικά και οξείδωση LDL).

Για το λόγο αυτό, οι τρέχουσες διατροφικές οδηγίες συνιστούν την αντικατάσταση των ΚΛΟ από υδατάνθρακες ή ΜΑΛΟ. Μια πρόσφατη μελέτη έκανε σύγκριση της επίδρασης στα λιπίδια του ορού, μιας δίαιτας χαμηλής σε λιπαρά και υψηλής σε υδατάνθρακες, με τρεις δίαιτες πλούσιες σε ΜΑΛΟ (25). Σε σύγκριση με τη μέση Αμερικανική διατροφή, η δίαιτα χαμηλών λιπαρών και οι πλούσιες σε ΜΑΛΟ δίαιτες είχαν παρόμοια αποτελέσματα ως προς τις συγκεντρώσεις LDL-χοληστερόλης του ορού. Ωστόσο, τα τριγλυκερίδια του ορού μειώθηκαν στις δίαιτες που ήταν πλούσιες σε ΜΑΛΟ, ενώ αυξήθηκαν στη δίαιτα χαμηλών λιπαρών. Επιπλέον, ενώ η δίαιτες που ήταν πλούσιες σε ΜΑΛΟ δεν είχαν επίδραση στα επίπεδα HDL-χοληστερόλης, αυτή η παράμετρος μειώθηκε κατά 4% στη δίαιτα χαμηλών λιπαρών. Συνεπώς, το συνολικό προφίλ λιποπρωτεϊνών στον ορό επηρεάστηκε ευνοϊκότερα από τις δίαιτες που ήταν πλούσιες σε ΜΑΛΟ. Μία από τις πλούσιες σε ΜΑΛΟ δίαιτες, η οποία ήταν υψηλή σε ελαιόλαδο, είχε την πιο ευνοϊκή επίδραση στο συνολικό προφίλ κινδύνου. Ο κίνδυνος για καρδιαγγειακά νοσήματα που εκτιμήθηκε ήταν μειωμένος κατά 25% στη δίαιτα που ήταν πλούσια σε ελαιόλαδο και κατά 12% στη δίαιτα χαμηλών λιπαρών. Έτσι, οι συγγραφείς κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι "μια διατροφή υψηλή σε ΜΑΛΟ, με σκοπό τη μείωση της χοληστερόλης, είναι προτιμότερη από μια διατροφή χαμηλή σε λιπαρά λόγω της ευνοϊκότερης επίδρασή της στο προφίλ κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα".

Αυτά τα νέα ευρήματα έχουν ήδη επηρεάσει τις οδηγίες του Εθνικού Συμβουλίου Ειδικών του Προγράμματος Εκπαίδευσης για τη Χοληστερόλη (National Cholesterol Education Programme Expert Panel) των Η.Π.Α. Εκτός των άλλων αλλαγών στον τρόπο ζωής όπως η διακοπή του καπνίσματος ή η ήπια σωματική δραστηριότητα, το συμβούλιο συνιστά μια διατροφή που χαρακτηρίζεται από

θερμιδική πρόσληψη προσαρμοσμένη στην κατανάλωση ενέργειας ώστε να διατηρηθεί το επιθυμητό σωματικό βάρος,
τροφές πλούσιες σε σύνθετους υδατάνθρακες, ειδικά δημητριακά ολικής αλέσεως, αφθονία φρούτων, λαχανικών και όσπριων, χαμηλό περιεχόμενο σε ΚΛΟ και συνολικό περιεχόμενο σε λιπαρά 25-35% της συνολικής προσλαμβανόμενης ενέργειας, με πολύ μεγάλη ποσότητα ΜΑΛΟ (μέχρι 20% της συνολικής προσλαμβανόμενης ενέργειας).

Συμπερασματικά, τα διαθέσιμα στοιχεία εισηγούνται ότι, γενικά, μια διατροφή Μεσογειακού τύπου χαμηλή σε ΚΛΟ και πλούσια σε ΜΑΛΟ, με το ελαιόλαδο ως την κύρια πηγή λιπαρών, έχει την πιο ευνοϊκή επίδραση στο λιπιδικό προφίλ του ορού και στον κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα, τόσο στην πρωτογενή όσο και στη δευτερογενή πρόληψη για CHD.

Σύνταξη: Καθ. Iατρικής Dr. Gerd Assmann, Καθ. διατροφολογίας Dr. Ursel Wahrburg Ινστιτούτο Ερευνών Αρτηριοσκλήρυνσης, Πανεπιστήμιο του Munster, Γερμανία σε συνεργασία με την Eurosciences Communication



Προηγούμενη Σελίδα        http://www.elaiolado.com        Προηγούμενη Σελίδα

ΠΩΛΕΙΤΑΙ
Βιολογικό ελαιόλαδο Ηρακλείου Κρήτης απο τον παραγωγό, πιστοποίηση βιολογικής καλλιέργειας απο την Δ.Υ.Ο., έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, φετινό, ψυχρής έκθλιψης, 2,5 ευρω / κιλο, ελάχιστο 100 κιλά. Χωρίς ραντίσματα ούτε με βιολογικά σκευάσματα, δακοπαγίδες για προστασία. Χλωρά φυσική λίπανση με μυδική, βίκο και πρόβατα ελευθέρας βοσκής, αντί για λιπάσματα. Ελαφρύ ελαιόλαδο με χαμηλή οξύτητα μικρότερη απο 1 οξέο. Σταύρος τηλ. 2810542353 & 6973495960

Advertised by Ati Advertising on www.idx